Η σχολικη εκπαιδευση των παιδιών των Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία

Heimatkunde

Εισαγωγή

Η εκπαίδευση των ελληνοπαίδων στη Γερμανία συνδέεται άμεσα από τους εξής παράγοντες:  την πολιτική και οικονομική κατάσταση της κάθε χρονικής περιόδου στη Γερμανία, τη μορφωτική κατάσταση των γονιών των μαθητών, την ανάπτυξη των ελληνικών κοινοτήτων στη Γερμανία, το επίπεδο των αποσπασμένων εκπαιδευτικών στη Γερμανία, το αναλυτικό πρόγραμμα διδασκαλίας και τα βιβλία των μαθητών.

 

Οι παραπάνω παράγοντες συνθέτουν την ανάπτυξη των τύπων των σχολείων που κάθε φορά βλέπουμε στη Γερμανία.

Την πρώτη διδασκαλία των παιδιών ανέλαβαν οι ίδιοι οι γονείς, ύστερα δίδαξαν οι υπάλληλοι των προξενείων και οι Έλληνες φοιτητές, η εκκλησία και οι Έλληνες επιστήμονες.

Το παρόν άρθρο ερευνάει κυρίως τα τελευταία 10 χρόνια 2000-2010 και ειδικότερα τα παιδιά-μαθητές στην πόλη του Βερολίνου, πρωτεύουσα της Γερμανίας. Η ανάπτυξη του θέματος ασχολείται με την ιστορική γραμμή της μετανάστευσης των Ελλήνων στη Γερμανία, τους τύπους των Σχολείων, το πρόγραμμα διεκδίκησης της μόρφωσης των παιδιών από τις ελληνικές κοινότητες και τους συλλόγους εκπαιδευτικών, τον τύπο των δύο Ευρωπαϊκών σχολείων στο Βερολίνο, τα πορίσματα και την προοπτική της σχολικής εκπαίδευσης των ελληνοπαίδων.
 

Η ιστορική θέση
Σήμερα τα ελληνόπουλα που ζουν στη Γερμανία είναι τρίτης γενιάς μεταναστών. Οι παππούδες τους μετανάστευσαν στα έτη 1960-1970. Στη δεκαετία αυτή έχουμε το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης στη Γερμανία (υπολογίζεται πως στη δεκαετία αυτή μετανάστευσαν 500000 νέοι άνθρωποι και απ΄αυτούς μόνο το 30% επέστρεψε στην Ελλάδα).

Οι μετανάστες αυτής της δεκαετίας δεν ήταν κάποιοι περιθωριοποιημένοι άνθρωποι, ούτε αυτοί που δεν είχαν «που την κεφαλήν κλείνει». Αντίθετα, εξαναγκάζονται να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό οι πιο υγιείς, οι σχετικά πιο μορφωμένοι, αυτοί που βρίσκονταν στην παραγωγικότερη ηλικία 15-40 ετών. Πρόκειται για τους πιο προοδευτικούς με λιγότερο ισχυρούς δεσμούς με την παράδοση. Αυτό σημαίνει πως οι πιο απαραίτητοι και οι πιο ικανοί για μια αυτόνομη ανάπτυξη της πατρίδας ξόδεψαν τα καλύτερα τους χρόνια σε μια άλλη χώρα.

Στα χρόνια αυτά ιδρύονται πρώτα τοπικοί σύλλογοι ,όπως Ηπειρωτών,Θρακών, Κρητών κ.τ.λ με σκοπό την τήρηση των εθίμων και την εκμάθηση ελληνικών χορών. Ύστερα οργανώνονται οι ελληνικές κοινότητες με σκοπό τη διεκδίκηση ίδρυσης ελληνικών σχολείων. Η εκπαίδευση των παιδιών άργησε να πάρει τον πρωτεύοντα ρόλο, γιατί το 84% των οικογενειών των μεταναστών ζούσαν χωριστά από τα παιδιά τους. Τα μικρά παιδιά της προσχολικής ηλικίας μένουν μαζί με τους γονείς των μεταναστών στην Ελλάδα και ανατρέφονται από αυτούς. Eκεί παραμένουν συχνά μέχρι την ηλικία 7-12 χρόνων. Σε μια έρευνα που έγινε στο Μανχαϊμ διαπιστώθηκε πως το 69,5% των παιδιών των Ελλήνων μεταναστών πέρασαν τα πρώτα τους χρόνια μακριά από τους δύο γονείς τους στην Ελλάδα, το 2% έζησε με τον ένα γονέα στην Ελλάδα και μόνο το 8% και με τους δύο γονείς στη Γερμανία. Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τα προβλήματα που προκαλούνται όταν μικρά παιδιά ζουν χωριστά από τους γονείς τους κατά τα σημαντικότερα χρόνια για την μόρφωση και διαμόρφωση της προσωπικότηττας τους.

Αλλά και τα παιδιά που μεγαλώνουν στη Γερμανία αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλα προβλήματα. Σε πολλές περιπτώσεις μεγαλώνουν σε γκέτο και γι’ αυτό δεν έχουν στενή επαφή με τα γερμανόπαιδα. Παρ’ όλο όμως που μεγαλώνουν απομονωμένα μέσα στη γερμανική κοινωνία, η σχέση τους με την Ελλάδα είναι έμμεση. Σύμφωνα με μια έρευνα στο Ντούϊσμπουργκ, μόνο το 12,5% των αλλοδαπών οικογενειών που ρωτήθηκαν θέλουν να παραμείνουν στη Γερμανία, ενώ το 68% των παιδιών τους δεν θέλουν να επιστρέψουν με τους γονείς τους στην πατρίδα. Πράγματι πολλά παιδιά αλλοδαπών είναι καλύτερα ριζωμένα στην κοινωνία της Γερμανίας παρά στην κουλτούρα των γονιών τους. Αυτή η αποξένωση αυξάνει τον φόβο των γονιών τους να χάσουν τα παιδιά τους. Κυρίως οι έλληνες γονείς προσπαθούν να διασφαλίσουν την ταυτότητα των παιδιών τους, ιδρύοντας ή ενισχύοντας την ύπαρξη «εθνικών σχολείων».

Αυτές οι προσπάθειες είναι αντίθετες με την πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης έναντι των αλλοδαπών. Εξαίρεση αποτελεί η τοπική κυβέρνηση της Βαυαρίας που θέλει καθαρά ελληνικά εθνικά σχολεία μέχρι το επίπεδο του λυκείου. Η κεντρική κυβέρνηση προωθεί την πολιτική ένταξη των μεταναστών στη γερμανική κοινωνία με τη λίγο- πολύ αναγκαστική διοχέτευση των αλλοδαπών παιδιών σε γερμανικές κανονικές τάξεις σχολείων. Έτσι πιέστηκε η ομοσπονδία των ελληνικών κοινοτήτων να συμφωνήσει σ’ ένα έκτακτο συνέδριο που έγινε το 1979 στη Φρανκφούρτη για τη διοχέτευση των παιδιών σε γερμανικές κανονικές τάξεις, εκφράζοντας κάποιες επιθυμίες αλλαγής του προγράμματος εκπαίδευσης των ελληνοπαίδων.
 

Τύποι σχολείων - Το απογευματινό σχολείο

Όλα τα ελληνόπουλα φοιτούσαν υποχρεωτικά στα γερμανικά από το πρωί μέχρι το μεσημέρι, από τις 8 μέχρι τις 14.30. Αμέσως μετά στις ίδιες αίθουσες άρχιζαν το ελληνικό σχολικό πρόγραμμα με τη διδασκαλία όλων των ελληνικών μαθημάτων των αντίστοιχων τάξεων στην Ελλάδα. Δάσκαλοι έρχονταν από την Έλλάδα για μια πενταετία με δύο πλεονεκτήματα: έπαιρναν διπλό μισθό από το Ελληνικό κράτος και τα παιδιά τους είχαν ευκολότερη πρόσβαση στα ελληνικά πανεπιστήμια μη συμμετέχοντας στις κανονικές εξετάσεις για εισαγωγή, αλλά σε ειδικές. Οι περισσότεροι δάσκαλοι που διορίζονταν στο εξωτερικό κατάγονταν από την ίδια εκλογική περιφέρεια του εκάστοτε υπουργού παιδείας.
Οι μαθητές έπαιρναν ελέγχους με βαθμολογία, χρησιμοποιούσαν τα αντίστοιχα σχολικά βιβλία, οργάνωναν τις σχολικές γιορτές.

Στα τέλη του 1980 που έχουμε οικονομική κρίση στη Γερμανία και αρχίζει η ανεργία σε πολλούς Έλληνες, έχουμε και τις πρώτες διαρροές των Ελλήνων μαθητών από τα ελληνικά σχολεία. Τα παιδιά τα απογεύματα μένουν στα σπίτια τους μαζί με τους άνεργους γονείς τους. Στα τέλη του 1990 δημιουργείται ένας άλλος τύπος ελληνικού σχολείου τα ΤΕΓ (τμήματα ελληνικής γλώσσας). Σε κάθε βιομηχανική πόλη της Γερμανίας που ζουν και εργάζονται Έλληνες, λειτουργεί ένας τέτοιος τύπος σχολείου κυρίως με λιγότερο διδακτικό ωράριο, από τις 14.30 μέχρι τις 17.30 και που περιορίζεται στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και σε λίγα στοιχεία ιστορίας, γεωγραφίας και πολιτισμού. Στα χρόνια αυτά έχουμε και νέα σύνθεση στις οικογένειες των μαθητών. Έχουμε μεγάλο αριθμό μικτών γάμων. Τώρα τα παιδιά μαθαίνουν εκτός απ΄τα ελληνικά, τα γερμανικά και μία τρίτη ξενη γλώσσα. Στα χρόνια αυτά έχουμε τη μεγαλύτερη διαρροή μαθητών από τα ελληνικά σχολεία. Οι μετανάστες γονείς που δεν είναι ενεργά μέλη στα σωματεία τους δεν αντιλαμβάνονται τις πολιτικές και οικονομικές αλλαγές στη χώρα που ζουν.

Στη βιομηχανική Γερμανία παρατηρείται μια αλλαγή στις τεχνολογίες με απίστευτη αστάθεια σε όλους τους τομείς. Η οικονομία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη της ευελιξίας. Γρήγορα απαξιώνεται το σχολικό γνωστικό πρόγραμμα μαθημάτων και οι ιθύνοντες διατυπώνουν υποδείξεις ,ότι το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να αρκείται στη μετάδοση στοιχιωδών γνώσεων στα μαθηματικά και στη γλώσσα. Συμπληρωματικά, θα εφοδιάσει τους νέους με εκείνες τις δεξιότητες που θα τους επιτρέπουν να προσαρμόζονται εύκολα στις αλλαγές που υφίστανται οι θέσεις εργασίας, θα τους μαθαίνει να είναι πειθαρχικοί εργαζόμενοι και πολίτες που θα επιδεικνύουν σεβασμό στους εφαρμοζόμενους θεσμούς. Οφείλουν να είναι προσαρμόσιμοι και αυτόνομοι, ικανοί να αυτομορφώνονται και ευέλικτοι στα πλαίσια των κοινωνικών σχέσεων. Σιγά-σιγά οι γνώσεις παραχωρούν τη θέση τους στις δεξιότητες, χωρίς καμιά κοινωνική προστασία που υπήρχε παλιά μέσα στην εκπαιδευτική νομοθεσία. Οι εργαζόμενοι πτυχιούχοι είχαν ωράριο, ανάλογες αμοιβές και κοινωνική υπόληψη. Πρέπει να αναφέρουμε εδώ πως η Ελλάδα δεν προνόησε, ούτε μπορούσε ως εξαρτημένη χώρα να φροντίσει για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών των μεταναστών. Η έκθεση με αριθμό 98 του ΟΟΣΑ καταλήγει ως εξής: «Η οικονομική,πολιτική και πολιτιστική παγκοσμιοποίηση θεωρεί άχρηστο το θεσμό του σχολείου και του εκπαιδευτικού με τον τρόπο και την κουλτούρα που είχε εγκαθιδρυθεί και λειτουργούσε μέχρι τώρα.» (Θέματα παιδείας,2/2000,ευρωπαϊκή επιτροπή,έκθεση της ομάδας προβληματισμού για την εκπαίδευση,δεκέμβρης 1996)

Τα τελευταία 20 χρόνια, μετά το 2000, παρατηρείται μια καινούργια αντίληψη στο μεταναστευτικό κίνημα. Τα νέα κριτήρια που τίθενται είναι η μόρφωση των παιδιών από το νηπιαγωγείο μέχρι το πανεπιστήμιο και η ισότιμη μεταχείρηση στους χώρους εργασίας της Γερμανίας. Τι άλλαξε τώρα? Ποιες αλλαγές έχουν γίνει?

Πρώτα-πρώτα είναι η όξυνση της οικονομικής κρίσης. Πολλοί Έλληνες μετανάστες αλλάζουν πόλεις για εύρεση εργασίας. Οι γονείς των μαθητών τώρα είναι μορφωμένοι,γνωρίζουν άριστα την γερμανική γλώσσα, είναι ενταγμένοι σε πολιτικά γερμανικά κόμματα, συμμετέχουν σε πολιτιστικούς, αθλητικούς, επιστημονικούς συλλόγους. Οι δάσκαλοι Έλληνες που έρχονται από την Ελλάδα κατέχουν πολύ καλά την γερμανική γλώσσα, πολλοί από αυτούς έχουν μεταπτυχιακούς τίτλους και άλλοι συνεχίζουν μεταπτυχιακές σπουδές στα Γερμανικά πανεπιστήμια. Οι σύλλογοι δασκάλων εκλέγουν αντιπροσώπους που συνεδριάζουν δύο φορές το χρόνο σε πανγερμανικό επίπεδο. Η πανγερμανική αντιπροσωπεία ασχολείται με θέματα όπως: αμοιβές, άδειες, ίδρυση νέων σχολείων, πρόσβαση των ελλήνων μεταναστών στα γερμανικά πανεπιστήμια. Τα αιτήματα αυτά τα μεταφέρει και στους αρμόδιους του υπουργείου παιδείας στην Ελλάδα και στην διδασκαλική ομοσπονδία. Τα τελευταία χρόνια εντάχθηκαν και οι καθηγητές των ελληνικών γυμνασίων και λυκείων της Γερμανίας στους συλλόγους των δασκάλων και ονομάζονται πλέον σύλλογοι εκπαιδευτικών. Το 2006 ξεκίνησαν οι πρώτες απεργίες στο Βερολίνο και συνεχίζονται σε όλη την Γερμανία με κύρια αιτήματα να μην καταργηθούν τα ελληνικά σχολεία και να μη μειωθούν οι θέσεις και οι αμοιβές των εκπαιδευτικών.
Πολλά παιδιά διακόπτουν τη φοίτησή τους στα ελληνικά σχολεία, δε συνεχίζουν τις σπουδές τους στα γερμανικά γυμνάσια και φοιτητές που ήρθαν σε ελληνικά πανεπιστήμια διακόπτουν τη φοίτηση και επιστρέφουν στη Γερμανία, άνεργοι. Το υπουργείο παιδείας από το 2000 αναθέτει στο παιδαγωγικό τμήμα του πανεπιστημίου Ρεθύμνου Κρήτης τη συγγραφή νέων βιβλίων για τα παιδιά των μεταναστών ελλήνων.

Το 2012 στο Βερολίνο λειτουργούν 4 ΤΕΓ (τμήματα ελληνικής γλώσσας) στο Tempelhof, Spandau, Neukoeln, Tiergarten με συνολο μαθητών γύρω στους 100. Επίσης λειτουργούν και 2 ευρωπαϊκά τα: Όμηρος και Αθηνά και έχουν 100 μαθητές ακόμη και 20 δασκάλους.Υπάρχει ένα ελληνικό λύκειο με 30 μαθητές και ένα γυμνάσιο με ελληνογερμανικό πρόγραμμα.

Τα ευρωπαικά σχολεία
Ο τύπος του ευρωπαϊκού σχολείου στο Βερολίνο φαίνεται να συγκεντρώνει την προτίμηση των γονιών και των εκπαιδευτικών. Στα σχολεία ΟΜΗΡΟΣ ΚΑΙ ΑΘΗΝΑ διδάσκονται τα μαθήματα στα ελληνικά και γερμανικά. Την τελευταία χρονιά λόγω αύξησης του αριθμού των μαθητών συζητείται έντονα η ίδρυση τάξεων υποδοχής για την εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας.

Η απάντηση στο ερώτημα, πως προτάθηκε αυτό το μοντέλο συνεκπαίδευσης και ιδρύθηκαν 14 τέτοια σχολεία σε 7 μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, πρέπει να ερευνηθεί ως εξής: Μετά τη συμφωνία του Μάαστριχ το 1991 για την ελεύθερη διακίνηση της ενιαίας ευρωπαικής αγοράς, προτάθηκαν και οικονομικά μοντέλα για την εκπαίδευση των παιδιών των μετακινούμενων πολιτών των κρατών μελών της ευρωπαικής ένωσης. Οι προτάσεις που κατατέθηκαν από τους εκπαιδευτικούς των χωρών μελών και των γονιών ήταν αντίθετες απ΄αυτό το μοντέλο. Οι μαθητές να μπορούν να φοιτήσουν ελεύθερα κοντά στο σχολείο της γειτονιάς τους και εκεί να τους παρέχεται η δυνατότητα διδασκαλίας της μητρικής τους γλώσσας.

Το 1996-97 λειτούργησε το πρώτο ελληνογερμανικό κρατικό ευρωπαικό σχολείο ,ΟΜΗΡΟΣ, στο Βερολίνο στη περιοχή Prenzlauer Berg. Τo 1999-2000 λειτούργησε το δεύτερο ελληνογερμανικό κρατικό ευρωπαικό σχολείο το ΑΘΗΝΑ στο Βερολίνο στην περιοχή Steglitz. Τα ελληνόπουλα διδάσκονται την ελληνική γλώσσα από τους έλληνες δασκάλους, καθώς και τη μελέτη περιβάλλοντος, ενώ τα μαθηματικά διδάσκονται στη γερμανική γλώσσα..Γίνονται κοινά σεμινάρια επιμόρφωσης στους εκπαιδευτικούς των σχολείων και οι μαθητές παίρνουν για κάθε μάθημα στο τέλος της χρονιάς έναν έλεγχο. Οι γονείς συμμετέχουν στη διαμόρφωση του προγράμματος του σχολείου. Οι δάσκαλοι αμοίβονται χωριστά από τα κράτη τους – οι γερμανοί από το γερμανικό κράτος και οι έλληνες από το ελληνικό. Οι έλληνες εκπαιδευτικοί για την ίδια εργασία, τις ίδιες ώρες διδασκαλίας και τις ίδιες υποχρεώσεις πληρώνονται από την Ελλάδα το μισό μισθό των γερμανών συναδέλφων τους. Η διοίκηση του σχολείου ασκείται από τους γερμανούς συναδέλφους. Η διδακτέα ύλη συμπληρώνεται κάθε χρόνο ανάλογα με την επίδοση των μαθητών.

Συμπερασματικά
Η κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, η φιλοσοφία της παιδείας, η επιστήμη της γλωσσολογίας υποστηρίζουν ότι η εκπαίδευση είναι ο σπουδαιότερος θεσμός, γιατί διακινεί ιδέες και διμορφώνει συνειδήσεις. Για τα
Ελληνόπουλα της διασποράς και ιδιαίτερα τα παιδιάτων μεταναστών τώρα στη Γερμανία, δεν υπάρχει πιο άμεσος, πιο ουσιαστικός και πιο σύντομος δρόμος να γνωρίσουν άλλα παιδιά και οι γονείς τους να γνωρίσουν Γερμανούς, από το να μάθουν τη γλώσσα τους. Η γλώσσα κάθε λαού είναι ο τρόπος που βλέπει, συλλαμβάνει, ταξινομεί και ερμηνεύει τον κόσμο. Δεν υπάρχει γλώσσα που να μην πήρε και να μην έδωσε λέξεις. Αυτό συμβαίνει πάντοτε στη συνάντηση λαών και πολιτισμών. Τα δύο κρατικά ευρωπαικά σχολεία του Βερολίνου έχουν σφιχτή διοίκηση, βαθμολογούν αυστηρά τα παιδιά από μικρή ηλικία και αυτό οδηγεί, νωρίς στην κατηγοριοποίηση και κυρίως στην τεχνική εκπαίδευση. Όλο και λιγότερα μεταναστόπουλα φοιτούν στα πανεπιστήμια.

Το βασικό επιστημονικό πόρισμα που βγαίνει από την μέχρι τώρα παρεχόμενη σχολική εκπαίδευση των ελληνοπαίδων στη Γερμανία, είναι ότι τα παιδιά για να μαθαίνουν σωστά τη μητρική τους γλώσσα καθώς και τη γερμανική είναι να αρχίζουν τη φοίτησή τους στα γερμανικά σχολεία χωρίς εμπόδια και με υποστηρικτικές τάξεις υποδοχής ανεξαρτήτως του αριθμού των μαθητών.

Βιβλιογραφία

  • Βουγιούκας, Α. (1981). Το γλωσσικό μάθημα. Απόψεις του γερμανού παιδαγωγού PG Munch.Αθήνα: Eπίκεντρο.
  • Bώρος, Φ.Κ. (2010). Φιλοσοφία και ο θεσμός της εκπαίδευσης. Θέματα Παιδείας, 40.
  • Μπαμπινιώτης, Γ. (2005). Η φιλεκπαιδευτική εταιρεία. Επικοινωνία, 27, 34.
    Ευρωπαική Κοινότητα. Έρευνα «Σκέψεις πάνω στην εκπαίδευση», Δεκέμβριος 1996. Θέματα Παιδείας 2000, 2.
  • Müller, H. (1974). Ausländische Kinder in BRD. Stuttgart: Klett.
  • National Centre for Social Research (1990). Oi Ellines stin Ollandia. Athens: EKKE.
  • Nikolinakos, M. (1973). Politische Ökonomie der Gastarbeiter. Migration und Kapitalismus. Berlin: Rowohlt.
  • Πατινιώτης, Ν. (1990), Εξάρτηση και μετανάστευση. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Savvidis, G. (1975). Zum Problem der Gastarbeiterkinder in der BRD. Eine empirische sozialpädagogische Untersuchung. Wien: Jugend and Volk.
  • Uenk, R.; Laarmann, S. (1974). Ausländische Arbeitnhmer in der Bundesrepublik Deutschland: Situation-Medienangebot-Mediennutzung. Kommunikationspolitische und kommunikationswissenschaftliche Forschungsobjekte der Bundesregierung (1971-1974). Bonn.
  • Απόψεις και συζητήσεις με μέλη του Συλλόγου Ελλήνων Δασκάλων Βερολίνου, με μέλη του Συλλόγου Γονέων Ελληνικών Σχολείων Βερολίνου και με με΄λη του συλλόγου Ελλήνων Επιστημόνων Βερολίνου.

Juli 2012

 

Η Ανδρομάχη Γρηγοροπούλου σπούδασε χημεία στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Όντας μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών άρχισε να διδάσκει ελληνικά σε διάφορα ελληνικά σχολέια της Γερμανίας. Έχει δύο παιδιά και ζει στην Αθήνα.